Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

Michael Clayton - Tony Gilroy (2007)


Το Michael Clayton, όπως ακριβώς και ο ομώνυμος κεντρικός του ήρωας, δε ξέρει τι ακριβώς είναι. Ένα τυπικό mid life crisis φιλμ ή μια ταινία καταγγελία για τις μεγάλες πολυεθνικές ; Από το τίτλο και μόνο συνειδητοποιείς πως επικεντρώνεται κυρίως στον ίδιο τον Michael, ξοδεύοντας άλλωστε αρκετό κινηματογραφικό χρόνο για τα προσωπικά του και μέσω αυτού εισχωρεί σε ένα θέμα προφανώς όχι καινούριο και μάλλον χιλιοειπωμένο, με σκοπό να διαφοροποιηθεί από ανάλογες προσπάθειες του παρελθόντος.

Είναι ενδιαφέρον πως ο Gilroy δεν αφηγείται την αποκάλυψη ενός σκανδάλου, αλλά την επίδραση που έχει το χρονικό της αποκάλυψης πάνω στον ήρωα. Γι’ αυτό άλλωστε και τον βάζει ως παρατηρητή των γεγονότων και όχι ως αυτόν που ξεσκεπάζει το σκάνδαλο χρησιμοποιώντας τον εξαίρετο Tom Wilkinson γι’ αυτή τη δουλειά. Βέβαια η ένσταση εδώ – η ισχυρότερη πάνω στη ταινία – είναι πως ένας 45άρης που φροντίζει βρώμικες δουλειές σε μια νομική εταιρεία, ανακαλύπτει ξαφνικά την Αμερική (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Βλέπουμε κάποιες φορές τον ήρωα να μοιάζει απορημένος ανακαλύπτοντας νέα στοιχεία για το σκάνδαλο, γεγονός μάλλον παράλογο για το περιβάλλον στο οποίο ζούσε ως τώρα. Βέβαια αυτό ευτυχώς δεν επαναλαμβάνεται και ο Clayton δεν καταλήγει καρικατούρα επαναστάτη, αλλά μοιάζει κυρίως με μέσο πολίτη που αναλογίζεται κάποια στιγμή τις ευθύνες του.

Στο ξεκίνημα μάλιστα του film ο Wilkinson παραληρώντας υπερτονίζει στον ήρωα πως αυτός είναι ο εκλεκτός, από αυτόν πρέπει να ξεκινήσει η αντίσταση. Γιατί ειδικά ο Michael Clayton ; Τι ιδιαίτερο τον κάνει να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους ; Είναι χωρισμένος και μάλιστα δεν έχει κάποιον άλλο ερωτικό δεσμό άρα δεν έχει να επωμιστεί τη φροντίδα μιας συντρόφου, είναι όμως πατέρας και οφείλει να προσφέρει στον γιο του κάτι καλύτερο. Είναι τζογαδόρος – γι’ αυτό και άφραγκος – και κάνει μια δουλειά που πάνω από όλα θέλει κότσια. Δεν είναι υποκριτής λοιπόν και ο κόσμος της υποκρισίας του αποκαλύπτεται προσωποποιημένος από την “κακιά” Tilda Swinton, που προβάρει γεμάτη άγχος τις συνεντεύξεις και σε μια αξέχαστη σκηνή δεν τολμά να ξεστομίσει τη λέξη δολοφονία ενώ συναντιέται με “επαγγελματία” γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό. Αυτή η αποκάλυψη σηκώνει και τη σημαία της επανάστασης. Δε ξέρω όμως αν τελικά η λύση του Gilroy είναι όντως εφικτή ή πηγάζει από ταινία που θα πρωταγωνιστούσε πχ ο επίσης συμπαθής John McClane. Το σκεφτόμουν όταν ο George Clooney (λατρεία) χάζευε χαλαρωμένος επιτέλους τη Νέα Υόρκη και για αρκετές μέρες αργότερα. Τελικά αν και έχουν περάσει σχεδόν 2 εβδομάδες δεν μπορώ με σιγουριά να πω αν το συνολικό αποτέλεσμα μου ήταν αρεστό ή όχι. Κατέληξα λοιπόν στο συμπέρασμα πως αυτή είναι μάλλον η ισχυρότερη γοητεία της ταινίας, η διαρκής σύγκρουση στο μυαλό μου την κάνει ενδιαφέρουσα. Άλλωστε σε τελική ανάλυση ο ήρωας μου ρίχνει καμιά 20αριά χρόνια οπότε υποθέτω πως έχω χρόνο να αναλύσω τις ανησυχίες του…

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2008

The Assassination of Jesse James by the Coward Robert Ford - Andrew Dominik (2007)


Όταν η κοινωνία δε βγάζει αυθεντικούς ήρωες θαυμάζει κάποιους ψεύτικους όπως έναν ληστή. Πολύ μεγάλο μέρος όμως στο θαυμασμό ενός ήρωα και στην ολοκλήρωση του επί της γης έργου του παίζει ο τρόπος με τον οποίο αφήνει τα εγκόσμια. Αλλιώς να πεθάνει ένας ήρωας από φυσικά αίτια και αλλιώς από τα χέρια ενός προδότη. Όσο παράλογο και αν ακούγεται αυτομάτως γίνεται ίνδαλμα, ναι ο κοινός ληστής. Ο διαβόητος Jesse James καταλήστεψε την αμερικανική επαρχία για 15 περίπου χρόνια και παρ’ όλα αυτά οι περιπέτειες του κυκλοφορούσαν σε κόμικς και πολλά μικρά παιδιά ονειρευόταν να γίνουν σαν αυτόν. Αυτό το ψεύτικο πέπλο του επαναστάτη που τον περιέκλειε εξάγνιζε πολλές φορές τα εγκλήματά του και ο φτωχός Αμερικανός επαρχιώτης – αυτός εννοείται που δεν υπήρξε θύμα του - μέσα στην άγνοια και την αμάθεια του κάποιες φορές τον εκθείαζε.

Αρκετά νωρίς στο φιλμ παρατηρούμε μια ληστεία τραίνου, την τελευταία όπως ανακοινώνεται για την συμμορία των James. Ο Jesse James έχει πλέον κουραστεί από τις συνεχείς μετακομίσεις, διαπιστώνει όμως με τρόμο πως είναι πολύ αργά να ζήσει μια κανονική ζωή χωρίς προβλήματα με το νόμο ή με πρώην συνεργάτες του. Επικηρυγμένος παντού, καχύποπτος πλέον με όλους ο Jesse οδηγείται σταδιακά στη παράνοια, μέσω των αλαζονικών ξεσπασμάτων και των αναίτια βίαιων πράξεων του. Πολλές από αυτές γίνονται όχι τυχαία μπροστά στα μάτια του Robert Ford, ενός νέου που και αυτός μεγάλωσε ακούγοντας τα “κατορθώματα” του Jesse και έγινε όπως ισχυρίζεται αυθεντία πάνω σ’ αυτόν. Ο Robert Ford είναι αυτός που θαυμάζει και μισεί περισσότερο από κάθε άλλον τον Jesse James.
Η ιδιοφυής λύση του Jesse πάνω στο πρόβλημα της ίδιας του της ύπαρξης είναι το τέλος της. Αυτό όπως ανέφερα όμως πρέπει να γίνει με τρόπο τέτοιο που αρμόζει σε ήρωα. Μια συνωμοσία, μια πισώπλατη πιστολιά, και ο κακός Jesse James γίνεται αυτομάτως θύμα, ο διαβόητος ληστής γίνεται λαϊκός ήρωας. Γι΄ αυτό και ο Robert Ford, ημιπαράφρονας και αυτός πλέον είναι το τέλειο πιόνι του. Με μια σειρά προσεγμένων κινήσεων ο Jesse πέφτει νεκρός και περνάει στην ιστορία με τρόπο τόσο βέβαιο και ξεκάθαρο όσο και ο τίτλος της ταινίας. Η δολοφονία του Jesse James από τον δειλό Robert Ford. Κανείς δε θα μιλήσει για τη δολοφονία του κακοποιού από έναν γενναίο νέο. Κανείς δε θα πετάξει στη θάλασσα τη σωρό του Jesse, αντίθετα πολλοί θα πληρώσουν για μια φωτογραφία της
Ο Andrew Dominik περιγράφει με ανατριχιαστική ειρωνεία αυτή τη μεγάλη “απάτη”. Αν την είχε καταγγείλει απλά πιθανώς να ήταν και αυτός ένας “δειλός”. Αντιθέτως το δίπολο τίτλου και περιεχομένου που προτείνει δημιουργεί μια συνεχή και εθιστική εναλλαγή ρόλων - ήρωα και αντιήρωα - ανάμεσα στο ζευγάρι των πρωταγωνιστών. Η σχέση των 2 τους πάντως δε θα μπορούσε να αποτυπωθεί καλύτερα από τα αφοπλιστικά βλέμματα των Brad Pitt και Casey Affleck στα κοντινά πλάνα που όσο περνάει η ώρα γίνονται ευτυχώς περισσότερα. Και εγώ, 30 ώρες περίπου αργότερα μετά τους τίτλους τέλους είναι αδύνατον να βγάλω από το μυαλό μου αυτή τη ταινία